Διαφωνία στα ισλανδικά
Μετάφραση: διαφωνία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ágreiningur, deila, skipti, ágreiningi, ósætti, upp ágreiningur, deilur
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαφωνία
διαφωνία χαρακτήρων, διαφωνία ανακριτή, διαφωνία crosstalk, γνωστική διαφωνία, διαφωνία κληρονόμων, διαφωνία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διαφωνία στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- διαφοροποιώ στα ισλανδικά - greina, greina á, greina á milli, greinarmun, aðgreina
- διαφυγή στα ισλανδικά - flýja, Escape
- διαφωνώ στα ισλανδικά - ósammála, vera ósammála, er ósammála, mjög ósammála, greinir
- διαφωτίζω στα ισλανδικά - lýsa, að lýsa, lýsa upp, er lýst, varpa ljósi
Τυχαίες λέξεις
Διαφωνία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ágreiningur, deila, skipti, ágreiningi, ósætti, upp ágreiningur, deilur
Μεταφράσεις: ágreiningur, deila, skipti, ágreiningi, ósætti, upp ágreiningur, deilur