Εγκαθίσταμαι στα ισλανδικά

Μετάφραση: εγκαθίσταμαι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
byggja, útkljá, setjast, leysa, sætta, sætta sig, að setjast
Εγκαθίσταμαι στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγκαθίσταμαι

εγκαθίσταμαι κλίση, εγκαθίσταμαι αγγλικά, εγκαθίσταμαι συνώνυμα, εγκαθίσταται στα αγγλικά, εγκαθίσταμαι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εγκαθίσταμαι στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • εγκάρδιος στα ισλανδικά - alúðlegur, góðar, blíðlega
  • εγκέφαλος στα ισλανδικά - heili, heila, heilinn, heilann, heilans
  • εγκαθιδρύω στα ισλανδικά - egkathidryo
  • εγκαθιστώ στα ισλανδικά - setja, setja upp, setja í embætti, sett, að setja
Τυχαίες λέξεις
Εγκαθίσταμαι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: byggja, útkljá, setjast, leysa, sætta, sætta sig, að setjast