Εικασία στα ισλανδικά

Μετάφραση: εικασία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
geta, ágiskanir, ágiskun
Εικασία στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εικασία

εικασία του πουανκαρέ βικιπαιδεια, εικασία στα αγγλικά, εικασία του γκόλντμπαχ, εικασία των birch και swinnerton dyer, εικασία πουανκαρε, εικασία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εικασία στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ειδύλλιο στα ισλανδικά - rómantík, Rómantískar ferðir, Romance, Rómantískar, Fjölskylduferðir
  • εικάζω στα ισλανδικά - conjecture
  • εικαστικός στα ισλανδικά - conjectural
  • εικονογράφηση στα ισλανδικά - mynd, dæmi, Myndin, dæmið, útskýring
Τυχαίες λέξεις
Εικασία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: geta, ágiskanir, ágiskun