Ευθύς στα ισλανδικά
Μετάφραση: ευθύς, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
beinn, beint, bein, beinkeðju-, strax
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευθύς
ευθύς και πλάγιος λόγος ε δημοτικού, ευθύς και πλάγιος λόγος στ δημοτικου, ευθύς και πλάγιος λόγος ασκήσεις αρχαια, ευθύς και πλάγιος λόγος, ευθύς εξαρχής, ευθύς λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ευθύς στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ευθυμία στα ισλανδικά - fagnaðarlæti, hressa, rómur, hughreysta, róm
- ευθύνη στα ισλανδικά - ábyrgð, á ábyrgð, ábyrgð á, ábyrgÃ, höndum
- ευκάλυπτος στα ισλανδικά - tröllatré, EUCALYPTUS
- ευκαιρία στα ισλανδικά - tilviljun, tækifæri, hending, happ, tækifæri til, tækifærið, möguleika, ...
Τυχαίες λέξεις
Ευθύς στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: beinn, beint, bein, beinkeðju-, strax
Μεταφράσεις: beinn, beint, bein, beinkeðju-, strax