Μοιράζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: μοιράζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hluti, hlutabréf, kljúfa, klofna, samningur, takast, takast á, að takast, samning
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοιράζω
μοιράζω στα αγγλικά, μοιράζω φυλλάδια, μοιράζω φιλιά download, μοιράζω φιλιά στίχοι, μοιράζω συνώνυμα, μοιράζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μοιράζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- μοδίστρα στα ισλανδικά - saumakona
- μοιράζομαι στα ισλανδικά - hluti, hlutabréf, hlut í, hlutdeild í, hlutur í, eignarhlutur í, eignarhlut í
- μοιραίος στα ισλανδικά - banvænn, banvæn, banvænt, banvænar, lífshættuleg
- μοιρασμένος στα ισλανδικά - Vindmyllur, vindmyllum, Windmills
Τυχαίες λέξεις
Μοιράζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hluti, hlutabréf, kljúfa, klofna, samningur, takast, takast á, að takast, samning
Μεταφράσεις: hluti, hlutabréf, kljúfa, klofna, samningur, takast, takast á, að takast, samning