Νουθετώ στα ισλανδικά
Μετάφραση: νουθετώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
áminna, fyrirlestur, áminnið, admonish
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νουθετώ
νουθετώ σημασια, νουθετώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, νουθετώ στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- νοτισμένος στα ισλανδικά - rökum, raka, raki, rakir, rök
- νουθεσία στα ισλανδικά - áminning
- νουνεχής στα ισλανδικά - judicious, blóðhluta, skynsamlegur
- νταής στα ισλανδικά - Bully, yfirgangsseggur, leggja í einelti, hrekkjusvín, einelti
Τυχαίες λέξεις
Νουθετώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: áminna, fyrirlestur, áminnið, admonish
Μεταφράσεις: áminna, fyrirlestur, áminnið, admonish