Νουθετώ στα ιταλικά

Μετάφραση: νουθετώ, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
conferenza, diffidare, ammonire, esortare, ammoniscono, ammonirlo, ammonire i, ammonirli
Νουθετώ στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νουθετώ

νουθετώ σημασια, νουθετώ λεξικό γλώσσας ιταλικά, νουθετώ στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • νοτισμένος στα ιταλικά - umido, umidità, umida, umidi, inumidito
  • νουθεσία στα ιταλικά - ammonizione, monito, ammonimento, esortazione, avvertimento
  • νουνεχής στα ιταλικά - assennato, giudizioso, giudiziosa, prudente, sapiente, misurati
  • νταής στα ιταλικά - prepotente, bullo, bully, spaccone, bulletto
Τυχαίες λέξεις
Νουθετώ στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: conferenza, diffidare, ammonire, esortare, ammoniscono, ammonirlo, ammonire i, ammonirli