Νουθετώ στα τούρκικα
Μετάφραση: νουθετώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
konferans, konuşma, ihtar etmek, uyarmak, öğüt, uyarman, admonish
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νουθετώ
νουθετώ σημασια, νουθετώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, νουθετώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- νοτισμένος στα τούρκικα - nemli, nemli bir, nem, ıslak, rutubetli
- νουθεσία στα τούρκικα - öğüt, uyarı, İhtar, öğüttür, tembih
- νουνεχής στα τούρκικα - akıllıca, makul, akılcı, adaletli, sağgörülü
- νταής στα τούρκικα - korkutmak, zorba, kabadayı, aferin, belâlı, hücum
Τυχαίες λέξεις
Νουθετώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: konferans, konuşma, ihtar etmek, uyarmak, öğüt, uyarman, admonish
Μεταφράσεις: konferans, konuşma, ihtar etmek, uyarmak, öğüt, uyarman, admonish