Ντροπή στα ισλανδικά

Μετάφραση: ντροπή, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
háðung, skömm, synd, skammar, leiðinlegt, skömm af
Ντροπή στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ντροπή

ντροπή μάρκο σεφερλή, ντροπή και όνειδος, ντροπή σου ρέμοσ, ντροπή συνώνυμα, ντροπή ονειροκρίτης, ντροπή λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ντροπή στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ντουλάπι στα ισλανδικά - skáp, skápur
  • ντους στα ισλανδικά - sturta, sturtu, hjólastólsaðgengi, Veitingahús
  • ντροπαλός στα ισλανδικά - fælinn, feiminn, feimin, feimnir, feimni, feimin við
  • ντροπαλότητα στα ισλανδικά - feimni, hlédrægni, feimnin
Τυχαίες λέξεις
Ντροπή στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: háðung, skömm, synd, skammar, leiðinlegt, skömm af