Ομολογία στα ισλανδικά

Μετάφραση: ομολογία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
samsvörunar
Ομολογία στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ομολογία

ομολογία πίστεωσ κατά του οικουμενισμού, ομολογία του άουγκσμπουργκ, ομολογία μπαλτάκου, ομολογία πίστεως, ομολογία ντομινίκ στρος καν δντ και εε έσφιξαν τη βίδα και πέθαναν τους έλληνες, ομολογία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ομολογία στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ομοιόμορφος στα ισλανδικά - samræmdu, samræmda, samræmt, samræmd, samhljóða
  • ομοιότητα στα ισλανδικά - líkt, líking, líkindi, líkingu, ástandið líkt
  • ομολογώ στα ισλανδικά - meðganga, játa, játum, játar, kannast, að játa
  • ομορφιά στα ισλανδικά - fegurð, snyrtistofur, Beauty
Τυχαίες λέξεις
Ομολογία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: samsvörunar