Πληρωμή στα ισλανδικά
Μετάφραση: πληρωμή, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
greiða, borga, gjalda, greiðslu, greiðsla, greiðslur, greiðslan, Greiðslu-
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πληρωμή
πληρωμή ευδαπ, πληρωμή συντάξεων απριλίου 2014, πληρωμή δικαστικών αντιπροσώπων 2014, πληρωμή βεβαιωμένων οφειλών εκτός ρύθμισης, πληρωμή δεη, πληρωμή λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πληρωμή στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- πληροφορίες στα ισλανδικά - upplýsingar, upplýsingar um, upplýsingum, upplýsinga, upplýsingarnar
- πληροφορώ στα ισλανδικά - fræða, tilkynna, upplýsa, láta, að tilkynna, að upplýsa
- πληρωτέος στα ισλανδικά - greiðslu, til greiðslu, ber að greiða, greiðast, greiða ber
- πληρώνω στα ισλανδικά - greiða, borga, gjalda, leggja út, að leggja út, skel út, leggja út á
Τυχαίες λέξεις
Πληρωμή στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: greiða, borga, gjalda, greiðslu, greiðsla, greiðslur, greiðslan, Greiðslu-
Μεταφράσεις: greiða, borga, gjalda, greiðslu, greiðsla, greiðslur, greiðslan, Greiðslu-