Σπανάκι στα ισλανδικά
Μετάφραση: σπανάκι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
spínat, spínati, spínat sem
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σπανάκι
σπανάκι σαλάτα, σπανάκι με σουπιές, σπανάκι θερμίδες, σπανάκι στην κατάψυξη, σπανάκι με αυγά, σπανάκι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σπανάκι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- σπαθάτος στα ισλανδικά - sverð, sverðið, sverði, sverðit, og sverð
- σπαθί στα ισλανδικά - sverð, sverðið, sverði, sverðit, og sverð
- σπανιότητα στα ισλανδικά - hörgull, Sjaldgæft, sjaldgæfur, fágæti, sjaldgæf, er sjaldgæfur
- σπαρταρώ στα ισλανδικά - writhe
Τυχαίες λέξεις
Σπανάκι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: spínat, spínati, spínat sem
Μεταφράσεις: spínat, spínati, spínat sem