Σπανάκι στα ρωσικά
Μετάφραση: σπανάκι, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
шпинат, шпината, шпинатом, из шпината, шпинате
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σπανάκι
σπανάκι σαλάτα, σπανάκι με σουπιές, σπανάκι θερμίδες, σπανάκι στην κατάψυξη, σπανάκι με αυγά, σπανάκι λεξικό γλώσσας ρωσικά, σπανάκι στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- σπαθάτος στα ρωσικά - жесткий, поджарый, металлический, гибкий, крепкий, выносливый, меч, ...
- σπαθί στα ρωσικά - шашка, шпага, рапира, меч, сабля, палаш, мечом, ...
- σπανιότητα στα ρωσικά - редкость, недостача, нехватка, дефицит, недостаток, брак, скудность, ...
- σπαρταρώ στα ρωσικά - скорчить, корчиться, корежиться, скорчиться, корчить, корчится, райзинг
Τυχαίες λέξεις
Σπανάκι στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: шпинат, шпината, шпинатом, из шпината, шпинате
Μεταφράσεις: шпинат, шпината, шпинатом, из шпината, шпинате