Συμφιλιώνω στα ισλανδικά

Μετάφραση: συμφιλιώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sætta, samræma, að samræma, að sætta, sátt
Συμφιλιώνω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμφιλιώνω

συμφιλιώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συμφιλιώνω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • συμφιλίωση στα ισλανδικά - sátt, sættir, sætt, sátta, sáttargjörð
  • συμφιλιώνομαι στα ισλανδικά - symfilionomai
  • συμφορά στα ισλανδικά - böl, áfall, ógæfu, glötun
  • συμφωνία στα ισλανδικά - samkomulag, sáttmál, sátt, samningur, Samningurinn, samningi, samkomulagi
Τυχαίες λέξεις
Συμφιλιώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: sætta, samræma, að samræma, að sætta, sátt