Συνέταιρος στα ισλανδικά
Μετάφραση: συνέταιρος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
félagi, samstarfsaðila, Partner, samstarfsaðili, maka
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνέταιρος
συνέταιρος ή συνεταίρος, ζητείται συνέταιρος, συνέταιρος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συνέταιρος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- συνέπεια στα ισλανδικά - afleiðing, samkvæmni, samræmi, samræmi sé, samræmis, áferð
- συνέργεια στα ισλανδικά - samvirkni, Synergy, samlegð, samlegðaráhrif
- συνέχεια στα ισλανδικά - framhald, samfelldni, samfellu, Samfelldur, Samfella, samfelldan
- συνήγορος στα ισλανδικά - ráðgjöf, ráð, ráðs, ráða, verjanda
Τυχαίες λέξεις
Συνέταιρος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: félagi, samstarfsaðila, Partner, samstarfsaðili, maka
Μεταφράσεις: félagi, samstarfsaðila, Partner, samstarfsaðili, maka