Φανατισμός στα ισλανδικά

Μετάφραση: φανατισμός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ofstæki
Φανατισμός στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φανατισμός

φανατισμός στα γήπεδα, φανατισμός συνέπειες, φανατισμόσ και ανεξιθρησκία, φανατισμός αποφθέγματα, φανατισμός συνώνυμο, φανατισμός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, φανατισμός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • φαναράκι στα ισλανδικά - lukt, Lantern
  • φανατικός στα ισλανδικά - ofstækismaður, Fanatic, brjálæðingur
  • φανελάκι στα ισλανδικά - bolur, skyrta, skyrtu, bol
  • φανερά στα ισλανδικά - opinskátt, opinberlega, opinskátt að, opinskátt í
Τυχαίες λέξεις
Φανατισμός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ofstæki