Φουσκώνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: φουσκώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
dæla, distend
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φουσκώνω
φουσκώνω στα αγγλικά, φουσκώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, φουσκώνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- φουρνιά στα ισλανδικά - hópur, LOTUNÚMER, lotu, LOTUNÚMER FRAMLEIÐANDA, framleiðslulotu
- φουσκάλα στα ισλανδικά - þynnur, þynna, þynnupakkning, þynnu, þynnupakkningar
- φουστάνι στα ισλανδικά - kjóll, kjól, klæða sig, klæða, Dress
- φουτουριστής στα ισλανδικά - futurist
Τυχαίες λέξεις
Φουσκώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: dæla, distend
Μεταφράσεις: dæla, distend