Φουσκώνω στα λιθουανικά

Μετάφραση: φουσκώνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
širdis, pumpuoti, pompa, siurblys, pasipūsti, išpūsti, Nabrzmieć, Napęcznieć, Išmesti
Φουσκώνω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φουσκώνω

φουσκώνω στα αγγλικά, φουσκώνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, φουσκώνω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • φουρνιά στα λιθουανικά - partija, SERIJOS, partijos, SERIJŲ, siunta
  • φουσκάλα στα λιθουανικά - virti, burbulas, pūslelė, lizdinės plokštelės, lizdinė plokštelė, lizdinės, lizdinėje plokštelėje
  • φουστάνι στα λιθουανικά - suknelė, Dress, suknelę, aprangos, drabužiai
  • φουτουριστής στα λιθουανικά - futuristas, futuristiškai, futuristų, futuristu, Futurysta
Τυχαίες λέξεις
Φουσκώνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: širdis, pumpuoti, pompa, siurblys, pasipūsti, išpūsti, Nabrzmieć, Napęcznieć, Išmesti