Φουσκώνω στα ουκρανικά

Μετάφραση: φουσκώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розкидати, розбухнути, пемзи, здіймати, пухлину, підважувати, ширити, збудливий, розтягати, розвивати, надуватися, надуватись, надиматися, надувати
Φουσκώνω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φουσκώνω

φουσκώνω στα αγγλικά, φουσκώνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, φουσκώνω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • φουρνιά στα ουκρανικά - пачка, купка, партія, пакет, група, партію
  • φουσκάλα στα ουκρανικά - булька, пузир, хвилювання, бульбашка, пухир, заворушення, пухирі, ...
  • φουστάνι στα ουκρανικά - сукня, ряса, тільник, плаття, сукню, платье, сукні
  • φουτουριστής στα ουκρανικά - футурист
Τυχαίες λέξεις
Φουσκώνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: розкидати, розбухнути, пемзи, здіймати, пухлину, підважувати, ширити, збудливий, розтягати, розвивати, надуватися, надуватись, надиматися, надувати