Κωπηλασία στα ιταλικά
Μετάφραση: κωπηλασία, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
canottaggio, remi, a remi, rematura, voga
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κωπηλασία
κωπηλασία μαθήματα, κωπηλασία αθήνα, κωπηλασία ολυμπιακοί αγώνες, κωπηλασία πειραιάς, κωπηλασία λευχαιμία, κωπηλασία λεξικό γλώσσας ιταλικά, κωπηλασία στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- κωνικός στα ιταλικά - conico, conica, conici, coniche, cono
- κωνοφόρος στα ιταλικά - conifero, conifere, di conifere, conifera, resinosi
- κωπηλατώ στα ιταλικά - remare, fila, lite, disputa, alterco, litigio, filare, ...
- κόβω στα ιταλικά - spaccare, braciola, tagliare, mozzare, taglio, separare, abbattere, ...
Τυχαίες λέξεις
Κωπηλασία στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: canottaggio, remi, a remi, rematura, voga
Μεταφράσεις: canottaggio, remi, a remi, rematura, voga