Κωπηλασία στα πολωνικά
Μετάφραση: κωπηλασία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wioślarstwo, wiosłowanie, wiosłowa, rowing, wiosłowania, pływanie łódką
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κωπηλασία
κωπηλασία μαθήματα, κωπηλασία αθήνα, κωπηλασία ολυμπιακοί αγώνες, κωπηλασία πειραιάς, κωπηλασία λευχαιμία, κωπηλασία λεξικό γλώσσας πολωνικά, κωπηλασία στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- κωνικός στα πολωνικά - stożkowaty, stożkowy, stożkowe, stożkowa, stożkowej
- κωνοφόρος στα πολωνικά - szpilkowy, iglasty, coniferous, iglaste, iglastych, iglastego
- κωπηλατώ στα πολωνικά - harmider, zgiełk, besztać, rządek, kłótnia, zamieszanie, wiersz, ...
- κόβω στα πολωνικά - zabieg, spadać, patroszyć, opadać, przerąbać, urywać, odseparować, ...
Τυχαίες λέξεις
Κωπηλασία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wioślarstwo, wiosłowanie, wiosłowa, rowing, wiosłowania, pływanie łódką
Μεταφράσεις: wioślarstwo, wiosłowanie, wiosłowa, rowing, wiosłowania, pływanie łódką