Κωπηλασία στα ολλανδικά
Μετάφραση: κωπηλασία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
roeien, roeisport, het roeien, Rowing, roei
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κωπηλασία
κωπηλασία μαθήματα, κωπηλασία αθήνα, κωπηλασία ολυμπιακοί αγώνες, κωπηλασία πειραιάς, κωπηλασία λευχαιμία, κωπηλασία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κωπηλασία στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- κωνικός στα ολλανδικά - conisch, kegelvormig, conische, kegelvormige, konische
- κωνοφόρος στα ολλανδικά - naald-, naald, naaldhout, coniferous, naaldbomen
- κωπηλατώ στα ολλανδικά - ruzie, roeien, kwestie, herrie, file, gelid, beurt, ...
- κόβω στα ολλανδικά - maaien, fijnhakken, snede, vel, huid, houwen, barbaars, ...
Τυχαίες λέξεις
Κωπηλασία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: roeien, roeisport, het roeien, Rowing, roei
Μεταφράσεις: roeien, roeisport, het roeien, Rowing, roei