Περίσκεψη στα ιταλικά

Μετάφραση: περίσκεψη, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ammonimento, discrezione, prudenza, avvertire, circospezione, cautela, circumspection, la circospezione
Περίσκεψη στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περίσκεψη

χωρίς περίσκεψη, περίσκεψη ορισμος, περίσκεψη συνώνυμο, περίσκεψη λεξικό, περίσκεψη συνωνυμα, περίσκεψη λεξικό γλώσσας ιταλικά, περίσκεψη στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • περίπτερο στα ιταλικά - chiosco, padiglione, Pavilion, padiglione di, il padiglione, padiglioni
  • περίπτωση στα ιταλικά - esempio, occasione, caso, istanza, richiesta, causa, cassa, ...
  • περίσσευμα στα ιταλικά - eccedenza, superfluo, surplus, avanzo, eccesso, un'eccedenza
  • περίτεχνος στα ιταλικά - elaborare, elaborazione, approfondire, di elaborare, elabora
Τυχαίες λέξεις
Περίσκεψη στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ammonimento, discrezione, prudenza, avvertire, circospezione, cautela, circumspection, la circospezione