Περίσκεψη στα πορτογαλικά
Μετάφραση: περίσκεψη, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cuidado, avisar, acautelar, lembrar, prevenir, circunspecção, circunspeção, prudência, cautela, circumspection
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περίσκεψη
χωρίς περίσκεψη, περίσκεψη ορισμος, περίσκεψη συνώνυμο, περίσκεψη λεξικό, περίσκεψη συνωνυμα, περίσκεψη λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, περίσκεψη στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- περίπτερο στα πορτογαλικά - pavilhão, Pavilion, pavilhão de, pavilhão do, pavilhão da
- περίπτωση στα πορτογαλικά - caso, exemplo, evidentemente, acontecimento, ocorrência, surtir, ocasião, ...
- περίσσευμα στα πορτογαλικά - excesso, superar, extrapolar, excedente, superávit, excedentes, excedente de
- περίτεχνος στα πορτογαλικά - elaborar, oitenta, elaboração, elaboração de, elaborado, elaboram
Τυχαίες λέξεις
Περίσκεψη στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: cuidado, avisar, acautelar, lembrar, prevenir, circunspecção, circunspeção, prudência, cautela, circumspection
Μεταφράσεις: cuidado, avisar, acautelar, lembrar, prevenir, circunspecção, circunspeção, prudência, cautela, circumspection