Τρένο στα ιταλικά

Μετάφραση: τρένο, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
istruire, treno, addestrare, allenare, strascico, stazione, treni, in treno, del treno
Τρένο στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρένο

τρένο αθήνα καρδίτσα, τρένο αθήνα πάτρα, τρένο βίσση, τρένο αθήνα θεσσαλονίκη, τρένο για θεσσαλονίκη τιμή, τρένο λεξικό γλώσσας ιταλικά, τρένο στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • τρέλες στα ιταλικά - gioco, follie, pazzie, le follie, follia, follies
  • τρέμω στα ιταλικά - vacillare, tremare, Dodder, cuscuta, di Dodder, di cuscuta
  • τρέξιμο στα ιταλικά - corsa, funzionamento, marcia, gestione, corrente
  • τρέφω στα ιταλικά - nutrire, educazione, alimentare, creanza, ergere, elevare, aumentare, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρένο στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: istruire, treno, addestrare, allenare, strascico, stazione, treni, in treno, del treno