Αρπάζω στα κροατικά

Μετάφραση: αρπάζω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
lov, ulov, hvatanje, pizda, zalogaj, kvačilo, dobitak, navući, spojka, ščepati, zgrabiti, uloviti, šape, hrvanje, zahvat, isprosjačiti, pljuskati, ćuškati, izmamiti, gurati se
Αρπάζω στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρπάζω

αρπάζω πούντα, αρπάζω αρχικοί χρόνοι, αρπάζω ομορριζα, αρπάζω συνώνυμα, αρπάζω την ευκαιρία, αρπάζω λεξικό γλώσσας κροατικά, αρπάζω στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • αρουραίος στα κροατικά - štakor, pribjegavati, bjegunac, besmislica, rat, ocj, štakora, ...
  • αρπάζομαι στα κροατικά - kuka, čaklja, snapper
  • αρπαγή στα κροατικά - pljačkanje, grabež, oduzimanje, napadaja, oduzimanja, napadaj, zapljena
  • αρπακτικός στα κροατικά - razbojnički, pljačkaški, grabežljiv
Τυχαίες λέξεις
Αρπάζω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: lov, ulov, hvatanje, pizda, zalogaj, kvačilo, dobitak, navući, spojka, ščepati, zgrabiti, uloviti, šape, hrvanje, zahvat, isprosjačiti, pljuskati, ćuškati, izmamiti, gurati se