Αινιγματικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αινιγματικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
загадкавы, загадкавае, загадочный, таямнічы, загадкавая
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αινιγματικός
αινιγματικός συνώνυμα, αινιγματικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αινιγματικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αιματηρός στα λευκορωσικά - крывавы
- αιμορραγώ στα λευκορωσικά - сыходзіць крывёй, крывяніць, кроватачыць, крывавіць
- αιολική στα λευκορωσικά - вецер, Лісце, Лісце і, Дым, Месяц
- αιρετικός στα λευκορωσικά - ерэтык, герэтык
Τυχαίες λέξεις
Αινιγματικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: загадкавы, загадкавае, загадочный, таямнічы, загадкавая
Μεταφράσεις: загадкавы, загадкавае, загадочный, таямнічы, загадкавая