Αινιγματικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: αινιγματικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
geheimzinnig, mysterieus, raadselachtig, cryptische, cryptisch, raadselachtige, geheimzinnige
Αινιγματικός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αινιγματικός

αινιγματικός συνώνυμα, αινιγματικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αινιγματικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αιματηρός στα ολλανδικά - bloedig, bloedige, bloederige, bloederig, bloody
  • αιμορραγώ στα ολλανδικά - aderlaten, bloeden, tot aan de randen, randen, de randen, aan de randen
  • αιολική στα ολλανδικά - veest, winden, wikkelen, scheet, spoelen, wind, oprollen, ...
  • αιρετικός στα ολλανδικά - ketter, afvallig, ketterse, ketters, heretic
Τυχαίες λέξεις
Αινιγματικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: geheimzinnig, mysterieus, raadselachtig, cryptische, cryptisch, raadselachtige, geheimzinnige