Ανίσχυρος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ανίσχυρος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
бяссільны, нямоглы, бездапаможны, бясьсільны
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανίσχυρος
ανίσχυρος άγγελος μάνος κοντολέων, ανίσχυρος άγγελος, ανίσχυρος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ανίσχυρος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ανήφορος στα λευκορωσικά - ўздым, пад'ём, уздым, пад'ем, рост
- ανίκανος στα λευκορωσικά - некампетэнтны, некампетэнтная
- ανίχνευση στα λευκορωσικά - выяўленне, Выя, Выя ¢, знаходжанне, выяўлення
- αναίδεια στα λευκορωσικά - адзаду, дзёрзкасць, дзёрзкасьць, нахабства, інстынктыўны парыў
Τυχαίες λέξεις
Ανίσχυρος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: бяссільны, нямоглы, бездапаможны, бясьсільны
Μεταφράσεις: бяссільны, нямоглы, бездапаможны, бясьсільны