Λέξη: λίγες

Σχετικές λέξεις: λίγες

λίγες καρδιές αγαπούνε - δανάη στιχοι, λίγες σταγόνες ευτυχίας, λίγεσ μέρεσ μείνανε, λίγες γραμμές πολλές ευχές για μια ζωή όλο χαρές, λίγες θερμίδες, λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ'αρέσαν, λίγεσ γραμμέσ πολλέσ ευχέσ, λίγες ώρες ύπνου, λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ' αρέσουν, λίγες καρδιές αγαπούνε

Μεταφράσεις: λίγες

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
few, a few, little
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pocos, algunos, pocas, algunas, unos pocos
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
wenige, wenig, einige, paar, wenigen
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
plusieurs, quelques, guère, peu, uns, peu de
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
poco, alquanti, alcuni, pochi, qualche, alcune, poche
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
poucos, febre, poucas, alguns, algumas, pouco
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
weinig, paar, enkele, aantal, weinige
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
малочисленный, несколько, мало, немногие, некоторые, нескольких
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
få, noen, noen få, par, utvalg
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
få, fåtal, några, par, några få
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jokunen, harvat, muutama, harva, vähän, muutaman, muutamia, harvoista
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
få, par, nogle få, nogle, par stykker
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
málo, pár, několik, některé, několika
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nieliczny, niewiele, mało, nieliczni, kilka, kilku
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kevés, néhány, pár, kevesen
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
az, birkaç, kaç, az sayıda, bazı
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
трохи, мало, небагато, трішки, кілька, наскільки, декілька, дещо
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pak, disa, pakta, të pakta, pakice
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
малцина, малко, няколко, някои, важните
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
некалькі, крыху
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vähemus, vähene, üksik, vähe, mõned, vähesed, paar, mõne
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
nekolicina, malo, nekoliko, neke, neki
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fáir, nokkrir, fár, nokkrar, nokkur, nokkrum, nokkra
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nedaugelis, nedaug, mažai, keletas, keletą
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
maz, dažas, daži, dažus, pāris
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
неколку, малку, ретките
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
puțini, câteva, cateva, puține, câțiva
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
par, nekaj, malo, redki, nekatere, nekateri
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
málo

Στατιστικά δημοτικότητας: λίγες

Τυχαίες λέξεις