Ανασφαλής στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ανασφαλής, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
небяспечны, небясьпечны
Ανασφαλής στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανασφαλής

ανασφαλής σύντροφος, ανασφαλής γυναίκα, ανασφαλής άντρας, ανασφαλής άνθρωπος, ανασφαλής προσκόλληση, ανασφαλής λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ανασφαλής στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αναστροφή στα λευκορωσικά - інверсія, інвэрсія
  • ανασυγκρότηση στα λευκορωσικά - рэканструкцыя
  • ανασχηματισμός στα λευκορωσικά - перастаноўка, перастанова, перастаноўкі, перамена, перестановка
  • ανατέλλω στα λευκορωσικά - падымаццa, anatello
Τυχαίες λέξεις
Ανασφαλής στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: небяспечны, небясьпечны