Αποσυνδέω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αποσυνδέω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адключаць, адлучаць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποσυνδέω
αποσυνδέω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αποσυνδέω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αποστροφή στα λευκορωσικά - агіда, агіду
- αποσυναρμολογώ στα λευκορωσικά - збіць, зьбіць
- αποσυνθέτω στα λευκορωσικά - распадацца, развальвацца, даваць расколіны, расколіны
- αποσύρομαι στα λευκορωσικά - адбіраць, канфіскоўваць, забіраць, выключаць, прыбраць
Τυχαίες λέξεις
Αποσυνδέω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: адключаць, адлучаць
Μεταφράσεις: адключаць, адлучаць