Αποσύρω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: αποσύρω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адбіраць, канфіскоўваць, забіраць, выключаць, прыбраць
Αποσύρω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποσύρω

αποσύρω αγγλικα, αποσύρω συνώνυμο, αποσύρω στα αγγλικά, αποσύρω μεταφραση, αποσύρω αόριστος, αποσύρω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αποσύρω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αποσυνθέτω στα λευκορωσικά - распадацца, развальвацца, даваць расколіны, расколіны
  • αποσύρομαι στα λευκορωσικά - адбіраць, канфіскоўваць, забіраць, выключаць, прыбраць
  • αποτέλεσμα στα λευκορωσικά - вынік, рэзультат
  • αποταμίευση στα λευκορωσικά - эканомія
Τυχαίες λέξεις
Αποσύρω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: адбіраць, канфіскоўваць, забіраць, выключаць, прыбраць