Γοητευτικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: γοητευτικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
выбарка, выборка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γοητευτικός
γοητευτικόσ άντρασ, γοητευτικός γυναικες, γοητευτικός συνώνυμα, γοητευτικός συνώνυμο, γοητευτικόσ ηθοποιόσ που συμμετείχε και σε talent show, γοητευτικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, γοητευτικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- γνώση στα λευκορωσικά - ведаць, веданне, веды, веданьне
- γογγύζω στα λευκορωσικά - дурны настрой, дурное настрой, благі настрой, дурны настрой прайшоў, сабе настрой
- γοητεύω στα λευκορωσικά - гіпнатызавалі
- γονίδιο στα λευκορωσικά - ген, генеральны
Τυχαίες λέξεις
Γοητευτικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: выбарка, выборка
Μεταφράσεις: выбарка, выборка