Κατά στα λευκορωσικά

Μετάφραση: κατά, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
супраць, супроць
Κατά στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατά

κατά μόνας, κατά ιωάννην, κατά κόρον, κατά την τελετή έναρξης των ολυμπιακών αγώνων οι μαθητές ποιας χώρας μπαίνουν τελευταίοι στο στάδιο, κατά λάθος, κατά λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κατά στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • κασσίτερος στα λευκορωσικά - волава, цын, олово, цынк
  • καστανός στα λευκορωσικά - карычневы
  • κατάδικος στα λευκορωσικά - асуджаны
  • κατάδυση στα λευκορωσικά - апусканне, паглыбленьне, пагружэнне, пагружэньне, пранікненне
Τυχαίες λέξεις
Κατά στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: супраць, супроць