Κατά στα ολλανδικά

Μετάφραση: κατά, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
jegens, versus, tegenover, tegen, tegen de, tegen het, met
Κατά στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατά

κατά μόνας, κατά ιωάννην, κατά κόρον, κατά την τελετή έναρξης των ολυμπιακών αγώνων οι μαθητές ποιας χώρας μπαίνουν τελευταίοι στο στάδιο, κατά λάθος, κατά λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κατά στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κασσίτερος στα ολλανδικά - tin, blikken, tinnen, blik, blikje
  • καστανός στα ολλανδικά - bruin, bruine, brown
  • κατάδικος στα ολλανδικά - veroordelen, dwangarbeider, veroordeelde, gevangene, veroordeel
  • κατάδυση στα ολλανδικά - duiken, duik, Dive
Τυχαίες λέξεις
Κατά στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: jegens, versus, tegenover, tegen, tegen de, tegen het, met