Μέτρο στα λευκορωσικά
Μετάφραση: μέτρο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вымяраць, мерыць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέτρο
μέτρο 121, μέτρο διανύσματος, μέτρο στην ποίηση, μέτρο ελαστικότητας σκυροδέματος, μέτρο αεροδρόμιο, μέτρο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μέτρο στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- μέτρηση στα λευκορωσικά - вымярэнне, вымярэньне
- μέτριος στα λευκορωσικά - благi, ўмераны, лёгкі, слабы, умераны, ціхі
- μέτωπο στα λευκορωσικά - лоб, ілоб
- μέχρι στα λευκορωσικά - араць, абрабiць, для
Τυχαίες λέξεις
Μέτρο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: вымяраць, мерыць
Μεταφράσεις: вымяраць, мерыць