Μέτρο στα ολλανδικά

Μετάφραση: μέτρο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
norm, opnemen, uitmeten, opmeten, afmeten, metrum, mate, versmaat, meten, meter, grootte, criterium, maatstaf, afmeting, normaal, maat, maatregel, te meten, meet, meten van
Μέτρο στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μέτρο

μέτρο 121, μέτρο διανύσματος, μέτρο στην ποίηση, μέτρο ελαστικότητας σκυροδέματος, μέτρο αεροδρόμιο, μέτρο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μέτρο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • μέτρηση στα ολλανδικά - grootte, maat, dimensie, mate, afmeting, meting, meten, ...
  • μέτριος στα ολλανδικά - gematigd, sober, medium, matig, bezadigd, temperen, gemiddeld, ...
  • μέτωπο στα ολλανδικά - voorhoofd, het voorhoofd
  • μέχρι στα ολλανδικά - fonds, geldkist, totdat, voor, kas, naar, aan, ...
Τυχαίες λέξεις
Μέτρο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: norm, opnemen, uitmeten, opmeten, afmeten, metrum, mate, versmaat, meten, meter, grootte, criterium, maatstaf, afmeting, normaal, maat, maatregel, te meten, meet, meten van