Ολικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ολικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
поуны, агульны, агульную, агульная
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ολικός
ολικός παγετός, ολικός συντελεστής μεταφοράς θερμότητας, ολικός φώσφορος, ολικός σειραϊσμός, ολικός συνώνυμα, ολικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ολικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ολιγολογία στα λευκορωσικά - маўклівасць
- ολική στα λευκορωσικά - агульны, агульную, агульная
- ολισθηρός στα λευκορωσικά - слізкі, сьлізкі
- ολοκαύτωμα στα λευκορωσικά - знішчэнне, зьнішчэньне
Τυχαίες λέξεις
Ολικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: поуны, агульны, агульную, агульная
Μεταφράσεις: поуны, агульны, агульную, агульная