Τραχεία στα λευκορωσικά
Μετάφραση: τραχεία, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
трахея
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τραχεία
τραχεία πεύκη, τραχεία οισοφάγος, τραχεία φλεγμονή, τραχεία κιλικία, τραχεία αρτηρία, τραχεία λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, τραχεία στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- τραυματισμένος στα λευκορωσικά - пацярпелы, пацярпеў, які пацярпеў, пацярпеўшы
- τραυματισμός στα λευκορωσικά - нанясенне, нанясеньне, прычыненне, прычыненьне
- τραχύς στα λευκορωσικά - грубы, грубіянскі, грубага
- τραχύτητα στα λευκορωσικά - шурпатасць, шурпатасці, шурпатасьць
Τυχαίες λέξεις
Τραχεία στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: трахея
Μεταφράσεις: трахея