Τραχεία στα ολλανδικά
Μετάφραση: τραχεία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
luchtpijp, trachea, de luchtpijp, trachee, de trachea
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τραχεία
τραχεία πεύκη, τραχεία οισοφάγος, τραχεία φλεγμονή, τραχεία κιλικία, τραχεία αρτηρία, τραχεία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τραχεία στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- τραυματισμένος στα ολλανδικά - aangeschoten, gewond, gewonden, gewonde, benadeelde, verwond
- τραυματισμός στα ολλανδικά - kwetsen, verwonding, blessure, verwonden, kwetsuur, aanschieten, de verwonding, ...
- τραχύς στα ολλανδικά - nors, dierlijk, bruut, ruig, schuurmiddel, honds, onaardig, ...
- τραχύτητα στα ολλανδικά - ruwheid, ruwheid van, de ruwheid, oneffenheden, ruw
Τυχαίες λέξεις
Τραχεία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: luchtpijp, trachea, de luchtpijp, trachee, de trachea
Μεταφράσεις: luchtpijp, trachea, de luchtpijp, trachee, de trachea