Ανατρέφω στα λιθουανικά

Μετάφραση: ανατρέφω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sklaidytis, veisti, veislės, peri, daugintis, veistis
Ανατρέφω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανατρέφω

ανατρέφω αγγλικά, ανατρέφω σωστά το παιδί μου, ανατρέπω συνώνυμα, ανατρέφω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ανατρέφω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ανατομία στα λιθουανικά - anatomija, anatomiją, anatomijos, anatomy
  • ανατρέπω στα λιθουανικά - apvirsti, apsivožti, išvirsti, Wywrócić, Kapotować
  • ανατρέχω στα λιθουανικά - Pažymėti atgaline data, Atlikti atgaline data
  • ανατριχίλα στα λιθουανικά - šaltis, Zosāda
Τυχαίες λέξεις
Ανατρέφω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: sklaidytis, veisti, veislės, peri, daugintis, veistis