Ανατρέφω στα τούρκικα
Μετάφραση: ανατρέφω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
beslemek, arka, yükseltmek, dip, kaldırmak, çoğaltmak, doğurmak, cins, üremek, üretmek, ırkı
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανατρέφω
ανατρέφω αγγλικά, ανατρέφω σωστά το παιδί μου, ανατρέπω συνώνυμα, ανατρέφω λεξικό γλώσσας τούρκικα, ανατρέφω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ανατομία στα τούρκικα - anatomi, anatomisi, anatomik, anatomisinin, anatomy
- ανατρέπω στα τούρκικα - alabora olmak, değişivermek, devirmek, capsize, alabora
- ανατρέχω στα τούρκικα - backdate
- ανατριχίλα στα τούρκικα - serin, soğutmak, titremek, soğuk, serinletmek, gooseflesh, tüyler diken diken
Τυχαίες λέξεις
Ανατρέφω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: beslemek, arka, yükseltmek, dip, kaldırmak, çoğaltmak, doğurmak, cins, üremek, üretmek, ırkı
Μεταφράσεις: beslemek, arka, yükseltmek, dip, kaldırmak, çoğaltmak, doğurmak, cins, üremek, üretmek, ırkı