Διατάσσω στα λιθουανικά
Μετάφραση: διατάσσω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
įsakyti, pareikalauja, minėtai, uždrausti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διατάσσω
διατάσσω σημαίνει, διατάσσω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διατάσσω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- διασώζω στα λιθουανικά - taupyti, gelbėjimas, gelbėjimo, sanavimo, Rescue, avarinio gelbėjimo
- διατάζω στα λιθουανικά - įsakymas, komanda, valdyti, vadovauti, Aš, I, man, ...
- διατήρηση στα λιθουανικά - išsaugojimas, išsaugojimo, išsaugojimą, konservavimas, išsaugojimui
- διαταράσσω στα λιθουανικά - suardyti, sugadinti, sutrikdyti, Padaryti vājprātīgu, Dezorganizować
Τυχαίες λέξεις
Διατάσσω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: įsakyti, pareikalauja, minėtai, uždrausti
Μεταφράσεις: įsakyti, pareikalauja, minėtai, uždrausti