Διαχειμάζω στα λιθουανικά

Μετάφραση: διαχειμάζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žiema, žiemoti, išjungti įrašius, hibernate, užmigdymo, įrašius
Διαχειμάζω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαχειμάζω

διαχειμάζω συνώνυμα, διαχειμάζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διαχειμάζω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • διαφωτίζω στα λιθουανικά - šviesti, apšviesti, apšviečia, apšviestų, nušviesti, šviečia
  • διαχείμαση στα λιθουανικά - žiemojimo, žiemojimą, žiemojimas, Pārziemošana, žiemojimui
  • διαχειριστής στα λιθουανικά - administratorius, administratoriaus, administratoriui, administratoriumi
  • διαχειριστικός στα λιθουανικά - valdymo, vadybos, vadovavimo, vadybinė, vadybinių
Τυχαίες λέξεις
Διαχειμάζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: žiema, žiemoti, išjungti įrašius, hibernate, užmigdymo, įrašius