Διαχειμάζω στα ουγγρικά

Μετάφραση: διαχειμάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tél, téli álmot alszik, hibernált, hibernálás, hibernálni, hibernate
Διαχειμάζω στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαχειμάζω

διαχειμάζω συνώνυμα, διαχειμάζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, διαχειμάζω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • διαφωτίζω στα ουγγρικά - megvilágít, világít, megvilágítására, világítanak, világítani
  • διαχείμαση στα ουγγρικά - telelés, telelő, áttelelésének, áttelelésének biztosítására
  • διαχειριστής στα ουγγρικά - letéteményes, kurátor, adminisztrátor, rendszergazda, rendszergazdai, adminisztrátori, rendszergazdaként
  • διαχειριστικός στα ουγγρικά - vezetői, irányítási, vezetési, vezető, menedzseri
Τυχαίες λέξεις
Διαχειμάζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: tél, téli álmot alszik, hibernált, hibernálás, hibernálni, hibernate