Εκτοπίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: εκτοπίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
išsinarinti, išnirti, nykstelėti, išsisukti, Dyslokować
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκτοπίζω
εκτοπίζω συνώνυμο, εντοπίζω αγγλικά, εκτοπίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εκτοπίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εκτινάσσω στα λιθουανικά - timpa, katapulta, katapultą, Catapult, Kaķene
- εκτοξεύω στα λιθουανικά - pradėti, paleidimo, pradžia, paleidimas, pradžios
- εκτρέπομαι στα λιθουανικά - nutolti, nukrypti, Zbaczać, Atmetami, Błądzić
- εκτρέπω στα λιθουανικά - nukreipti, atitraukti, peradresuoti, peradresavimas, nukreipimo
Τυχαίες λέξεις
Εκτοπίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: išsinarinti, išnirti, nykstelėti, išsisukti, Dyslokować
Μεταφράσεις: išsinarinti, išnirti, nykstelėti, išsisukti, Dyslokować