Επισκέπτης στα λιθουανικά
Μετάφραση: επισκέπτης, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lankytojas, svečias, lankytojų, lankytojai, lankytojas pagrindiniame, svečiavosi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επισκέπτης
επισκέπτης υγείας, επισκέπτης της ομίχλης ο, επισκέπτης υγείας τει, επισκέπτης καθηγητής πανεπιστημίου κύπρου, επισκέπτης από την κόλαση (2001), επισκέπτης λεξικό γλώσσας λιθουανικά, επισκέπτης στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- επιρροή στα λιθουανικά - įtaka, įtaką, įtakos, poveikis, daryti įtaką
- επισημαίνω στα λιθουανικά - detalė, taškas, nurodyti, atkreipti dėmesį, pabrėžti, atkreipti dėmesį į
- επισκέπτομαι στα λιθουανικά - viešnagė, apsilankymas, vizitas, vizito, apsilankymo, prisijungimas
- επισκευάζω στα λιθουανικά - remontas, remonto, taisymas, remontą
Τυχαίες λέξεις
Επισκέπτης στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: lankytojas, svečias, lankytojų, lankytojai, lankytojas pagrindiniame, svečiavosi
Μεταφράσεις: lankytojas, svečias, lankytojų, lankytojai, lankytojas pagrindiniame, svečiavosi