Κατάρα στα λιθουανικά
Μετάφραση: κατάρα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
prakeikimas, prakeiksmas, prakeikimu, prakeikimą, prakeikti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατάρα
κατάρα μπενφίκα, κατάρα των ηθοποιών που έπαιξαν τον χριστό, κατάρα της αθηνάς, κατάρα της μπενφίκα, κατάρα του μπέλα γκούτμαν, κατάρα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κατάρα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κατάλυση στα λιθουανικά - katalizės, katalizė, katalizę, katalazės, catalysis
- κατάπληξη στα λιθουανικά - šokas, smūgis, Sumišimas, Konsternacja, Osłupienie, Przerażenie, Samulsums
- κατάργηση στα λιθουανικά - panaikinimas, panaikinimo, panaikinti, panaikinus, panaikinimą
- κατάρρευση στα λιθουανικά - žlugimas, kolapsas, sutraukti, žlugimo, griūties
Τυχαίες λέξεις
Κατάρα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: prakeikimas, prakeiksmas, prakeikimu, prakeikimą, prakeikti
Μεταφράσεις: prakeikimas, prakeiksmas, prakeikimu, prakeikimą, prakeikti