Ναυαγοσώστης στα λιθουανικά
Μετάφραση: ναυαγοσώστης, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
asmens sargybinis, gelbėtojas, gelbėtojų, gelbėtoju, lifeguard
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ναυαγοσώστης
επάγγελμα ναυαγοσώστης, ναυαγοσώστης εργασια 2013, ναυαγοσώστης 2013, ναυαγοσώστης πισίνας, ζητείται ναυαγοσώστης, ναυαγοσώστης λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ναυαγοσώστης στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ναρκωτικό στα λιθουανικά - vaistas, narkotikas, narkotikų, narkotikais, narkomanijos
- ναυάγιο στα λιθουανικά - sudužimas, laivo sudužimas, laivo avarija, paskandinti, sužlugimas
- ναυαγώ στα λιθουανικά - įkūrėjas, atstūmė, išmetė, mėtyti, nusimetė, nusikratyti
- ναυαρχείο στα λιθουανικά - admiralitetas, Admiralty, Admiraliteto, Admiralicja, Jūrinė
Τυχαίες λέξεις
Ναυαγοσώστης στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: asmens sargybinis, gelbėtojas, gelbėtojų, gelbėtoju, lifeguard
Μεταφράσεις: asmens sargybinis, gelbėtojas, gelbėtojų, gelbėtoju, lifeguard